31 Ιαν 2013

Τα πάντα για το σπανάκι.


Ιστορία της καλλιέργειας, Κύκλος ζωής και Βασική Βιολογία
Το σπανάκι (Spinacia oleracea) είναι ένα μέλος της οικογένειας Chenopodiaceae (Χηνοποδιακών). Προέρχεται από ένα φυλλώδες, χειμερινό μονοετές, που εξελίχθηκε στο Fertile Crescent της Μέσης Ανατολής. Τα χειμερινά μονοετή είναι είδη φυτών, τα οποία φυτρώνουν στη δροσιά του φθινοπώρου και αναπτύσσονται βλαστικά, μέχρι που ο κρύος καιρός και οι μικρής διάρκειας ημέρες του χειμώνα να μειώσουν την ανάπτυξή τους.

Την άνοιξη, τα χειμερινά μονοετή φυτά μεγαλώνουν σταθερά, μέχρι τη στιγμή που ένας συνδυασμός περιβαλλοντικών παραγόντων παροτρύνει την αναπαραγωγική (σκίρτημα) φάση του κύκλου ζωής τους. Το σκίρτημα του σπανακιού ξεκινά πρωτογενώς ανάλογα με τη διάρκεια της ημέρας και οι προγονικές μορφές αυτού του φυτού σοδειάς σκιρτούν πολύ νωρίς, με λιγότερο από 14 ώρες φωτός την ημέρα. Αυτό επέτρεπε σε αυτό το φυτό σοδειάς να ωριμάζει τον σπόρο, πριν από την έλευση της έντονης θερμότητας, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού στη Μέση Ανατολή. Ο σπόρος τότε έμενε σε λανθάνουσα κατάσταση και μετά την εξέλιξη του, μπορούσε να φυτρώνει μόνο με την έλευση του δροσερού, υγρού καιρού, κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου.
Οι σύγχρονες μορφές αυτού του φυτού σοδειάς έχουν επιλεχθεί για να παράγουν ένα θαλερό και εύρωστο φυλλώδες λαχανικό, που είναι πια προσαρμόσιμο σε διάφορα περιβάλλοντα και εποχές, αλλά κάποια από τα γνωρίσματα των προγόνων του σπανακιού παραμένουν. Πολλές ποικιλίες σπανακιού ακόμα παράγουν ικανοποιητικά, ως λαχανικά σοδειάς, που σπέρνονται το φθινόπωρο και η συγκομιδή τους γίνεται είτα το φθινόπωρο, είτε τον χειμώνα είτε την άνοιξη.
Όμως, έχουν επίσης αναπτυχθεί πολλές ποικιλίες σπανακιού, που φυτεύονται την άνοιξη και παράγουν μια άφθονη σοδειά, πριν η μεγάλη διάρκεια των καλοκαιρινών ημερών προκαλέσει το σκίρτημα. Οι περισσότερες σύγχρονες Ευρωπαϊκές ποικιλίες δεν αρχίζουν το σκίρτημα, προτού η διάρκεια της ημέρας φθάσει κοντά στις 16 ώρες (διάρκεια ημέρας στη Βορειοδυτική Ουάσινγκτον κοντά στο θερινό ηλιοστάσιο). Αν και είναι ακόμα δύσκολο να φυτρώσει ο σπόρος του σπανακιού, όταν φυτεύεται σε θερμά εδάφη, ο σπόρος φυτρώνει πολύ ευκολότερα από αυτόν των προγονικών ποικιλιών.
Τα τελευταία χρόνια, η αγορά επεξεργασμένου σπανακιού έχει μείνει σταθερή, ενώ η παραγωγή φρέσκων δεσμών σπανακιού και αυτή των πολύ μικρών και νεαρών φύλλων (baby spinach) έχει δραματικά αυξηθεί. Αυτή η τροπή στον τύπο της παραγωγής έχει οδηγήσει σε νέα ζητήματα που αφορούν την παραγωγή και σε νέες εστίες παραγωγής.
Ανάπτυξη του Σπόρου του Σπανακιού
Κλιματικές απαιτήσεις
Συγκεκριμένες περιβαλλοντικές συνθήκες απαιτούνται για την παραγωγή καλών αποδόσεων σπανακιού, που να φυτρώνει εύκολα και να έχει μεγάλους σπόρους, χωρίς αυξημένη ύπαρξη παθογόνων, προερχόμενων από το σπόρο. Για αυτό το λόγο, υπάρχουν λίγες περιοχές, όπου ο σπόρος του σπανακιού μπορεί να καλλιεργηθεί για εμπορική χρήση. Οι δυο κύριες περιοχές παραγωγής σπόρου σπανακιού διεθνώς είναι η Skagit Valley της Ουάσινγκτον και μια περιοχή της κεντρικής Δανίας. Και οι δυο περιοχές έχουν δροσερή και υγρή άνοιξη, που ακολουθείται από ξηρά, δροσερά καλοκαίρια [οι θερμοκρασίες δεν υπερβαίνουν συνήθως τους 75°F (24°C)] και σχετικά ξηρό φθινοπωρινό καιρό, για τη συγκομιδή. Ο καλοκαιρινός καιρός, όπου η θερμοκρασία υπερβαίνει τους 85°F (28°C), ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της επικονίασης και της πρώιμης ανάπτυξης του σπόρου, μπορεί να μειώσει δραματικά τους ρυθμούς φυτρώματος, το μέγεθος του σπόρου και τις αποδόσεις. Οι επαρχίες Skagit και Snohomish της Πολιτείας της Ουάσινγκτον είναι οι μεγαλύτερες περιοχές παραγωγής με 2.0003.000 acres (καλλιεργήσιμες μονάδες έκτασης 4047 τετραγωνικών μέτρων η καθεμιά) με φυτά σοδειάς σπόρου σπανακιού ανά έτος και όγκο ίσο με περίπου το 50% της παραγωγής των Ηνωμένων Πολιτειών και μέχρι το 20% της παγκόσμιας παραγωγής, σύμφωνα με το USDA του 2005 "Το πορτραίτο της καλλιέργειας σπανακιού για σπόρο", για την Πολιτεία της Ουάσινγκτον. Όμως, άλλες τοποθεσίες στην περιοχή Pacific Northwest, όπως η βόρεια Olympic Peninsula, οι νήσοι του San Juan της Ουάσινγκτον και οι νήσοι της British Columbia έχουν ακόμα πιο ήπιο κλίμα και είναι επίσης έξοχες τοποθεσίες για την παραγωγή σπανακιού για σπόρο.
Εδαφικές απαιτήσεις και απαιτήσεις ευφορίας
Το σπανάκι, που καλλιεργείται για σπόρο, μπορεί να φυτευτεί σε μια ποικιλία εδαφών, αλλά τα εδάφη πρέπει να είναι καλά αποστραγγισμένα για να αποφεύγονται τα προβλήματα σήψης της ρίζας. Το pH του εδάφους πρέπει να διατηρείται επάνω από το 6, καθώς το σπανάκι είναι ευαίσθητο στα όξινα εδάφη. Στις καλλιέργειες για σπόρο, η ποσότητα του διαθέσιμου αζώτου δεν πρέπει να είναι πολύ υψηλή, για να αποφύγουμε την υπερβολική βλαστική ανάπτυξη, πριν από το σκίρτημα, καθώς αυτό ευνοεί τη συγκέντρωση μάζας του φυτού, κατά τη διάρκεια της παραγωγής του σπόρου. Καλοδιατηρημένα εδάφη, με υψηλή περιεκτικότητα σε μαυρόχωμα (χούμος) και μικροβιακούς πληθυσμούς παρέχει τα αναγκαία θρεπτικά συστατικά και το νερό για την μακρά εποχή παραγωγής του σπόρου. Το σπανάκι είναι κάπως ανεκτικό στην αλμυρότητα και πολύ ανεκτικό στα αλκαλικά εδάφη, αν και μπορεί να χρειαστούν εφαρμογές φυλλώδους λιπάσματος σε αλκαλικά εδάφη, για να εξουδετερωθεί η μείωση της διαθεσιμότητας πολύ μικρών (micro) θρεπτικών συστατικών, όπως το μαγνήσιο, σε εδάφη με υψηλό pH.
Φύτευση
Το περισσότερο σπανάκι, που καλλιεργείται στην περιοχή Pacific Northwest για σπόρο, φυτεύεται την άνοιξη, ανάμεσα στις 15 Μαρτίου και 15 Μαίου. Ενώ το σπανάκι, που σπέρνεται την άνοιξη, μπορεί να φυτευτεί όσο πιο νωρίς γίνεται, αν το έδαφος μπορεί ήδη να δουλευτεί, τα φυτά δεν θα πάρουν κάποιο αξιόλογο μέγεθος, πριν από την έλευση των ημερών με μεγαλύτερη διάρκεια και του θερμότερου καιρού στα τέλη Μαρτίου ή στις αρχές Απριλίου. Μερικές φορές, τα φυτά σοδειάς σπανακιού για σπόρο φυτεύονται το φθινόπωρο και ξεχειμωνιάζουν, αλλά αυτή η πρακτική δεν γίνεται συχνά, λόγω της αυξημένης πίεσης ασθενειών, που συνδέεται με το φθινοπωρινό φύτεμα. Το σπανάκι, που έχει ξεχειμωνιάσει, αναπτύσσει ένα πιο πλούσιο φύλλωμα στο επάνω μέρος, νωρίς την άνοιξη, το οποίο, αν συνδυαστεί με τις δροσερές και υγρές συνθήκες, μπορεί να οδηγήσει σε μερικές ασθένειες, όπως η κηλίδωση των φύλλων, Cladosporium. Το σπανάκι, που ξεχειμωνιάζει, επίσης δρα ως "πράσινη γέφυρα", η οποία παρέχει ένα φυτικό ξενιστή, ο οποίος επιτρέπει σε πολλές ασθένειες να επιβιώσουν, κατά τη διάρκεια του χειμώνα.
Το πεδίο θερμοκρασιών για το φύτρωμα του σπόρου του σπανακιού είναι 45-75°F (7-23°C) και η άριστη θερμοκρασία είναι 70°F (21°C). Ο ζεστός καιρός μπορεί να καταστείλει το φύτρωμα. Τα καθημερινά ποτίσματα, κατά τη διάρκεια των θερμών περιόδων, μπορούν να βοηθήσουν στη διατήρηση του εδάφους δροσερού και στη διευκόλυνση του φυτρώματος. Ένα ύφασμα που θα παρέχει σκιά ή ένα Remay μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί, για να δροσίσει την επιφάνεια του εδάφους, κατά τις θερμές περιόδους.
Το πότισμα στην καλλιέργεια του σπανακιού για σπόρο συχνά γίνεται από επάνω, όμως η άρδευση με σταγόνες μπορεί να μειώσει την πίεση των ασθενειών. Στην Skagit Valley της Ουάσινγκτον, οι περισσότεροι παραγωγοί σπανακιού για σπόρο δεν ποτίζουν και βασίζονται στις βροχοπτώσεις. Στην Willamette Valley του Όρεγκον και σε άλλες περιοχές στα Βορειοδυτικά, η άρδευση είναι αναγκαία.
Αποστάσεις

Η πυκνότητα φύτευσης στην παραγωγή σπανακιού για σπόρο απαιτεί πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις από αυτές, που απαιτούνται για την παραγωγή λαχανικών. Γενικά, τα φυτά σπανακιού πρέπει να τοποθετούνται σε αποστάσεις 8 ως 12 ιντσών, ανάμεσα στις σειρές. Αν ο πληθυσμός πρόκειται να επιλεγεί για γενετική διατήρηση ή βελτίωση, τότε η αρχική πυκνότητα φύτευσης είναι παντού από έξι ως οκτώ φυτά ανά πόδι, για να επιτρέψει την πολλαπλή επιλογή συμβάντων, από τη στιγμή της εμφάνισης μέχρι την έναρξη της ανθοφορίας (βλ. κριτήρια Επιλογής). Οι τυποποιημένες αποστάσεις των κέντρων των σειρών είναι κανονικά από 22 ως 26 ίντσες, αλλά σε ανασηκωμένα στρώματα, η απόσταση ανάμεσα σε σειρές μπορεί να πέσει σε 12 ως 14 ίντσες. Μεγαλύτερες αποστάσεις ανάμεσα στα φυτά αυξάνουν την ροή του αέρα, ανάμεσα στα φυτά σοδειάς, μειώνοντας έτσι την πίεση των ασθενειών.
Καλλιέργεια
Τα φυντάνια του σπανακιού μεγαλώνουν αργά και δεν συναγωνίζονται καλά με τα ζιζάνια. Σας συνιστούμε να αρχίσετε με ένα ασθενές στρώμα σπόρων και επίσης να αποφύγετε αγρούς με μεγάλη πίεση από ζιζάνια. Το ξεχορτάριασμα με φλόγα, πριν από την εμφάνιση, μπορεί να είναι αποτελεσματικό, αλλά τα εμφανιζόμενα φυντάνια καταστρέφονται εύκολα. Ο έλεγχος των ζιζανίων νωρίς είναι κρίσιμος για άριστες συνθήκες καλλιέργειας. Αν τα φυτά γίνουν ψηλά και λεπτά, λόγω του πρώιμου ανταγωνισμού, θα είναι δύσκολο να αξιολογηθούν στη διαδικασία επιλογής, θα παράγουν χαμηλότερη απόδοση και θα είναι πιο επιρρεπή σε μπλέξιμο μεταξύ τους, όταν είναι σε πλήρες μέγεθος.
Ανθοφορία και Γονιμοποίηση με γύρη
Το σπανάκι γονιμοποιείται από τον άνεμο και έχει υπερβολικά λεπτή γύρη. Είναι δίοικο είδος: περίπου μισά από τα φυτά σε ένα πληθυσμό έχουν μόνο αρσενικά άνθη, ενώ τα άλλα μισά έχουν μόνο θηλυκά άνθη.

Σποραδικά, μπορεί να υπάρχουν μόνοικα φυτά σε ένα πληθυσμό σπανακιού, τα οποία να έχουν τόσο αρσενικά, όσο και θηλυκά άνθη, στο ίδιο φυτό, αλλά αυτά τα φυτά δεν είναι πολύ κοινά. Τα αρσενικά φυτά σπανακιού εμφανίζουν δυο βασικές μορφές. Τα πρώτα αρσενικά που ανθίζουν είναι αρκετά κοντά στο ανάστημα (συχνά μόνο 4 ως 6 ίντσες ύψος, σε πλήρη ανάπτυξη) με περιορισμένη ανάπτυξη φύλλων, σε όλους τους ανώτερους όζους, αλλά με τεράστια ποσότητα ανθέων με στήμονες σε όλους τους όζους. Αυτά τα "ακραία αρσενικά", όπως συχνά ονομάζονται, ανθίζουν μόνο για μια σύντομη χρονική περίοδο, αλλά παράγουν μεγάλες ποσότητες γύρης, εξασφαλίζοντας έτσι, ότι θα υπάρχει άφθονη γύρη για εκείνα τα θηλυκά που θα ανθίσουν νωρίς. Ο δεύτερος τύπος αρσενικού φυτού είναι γνωστός ως "βλαστικό αρσενικό" και είναι πιο τυπικός στη μορφολογία, με αρσενικά άνθη και φύλλα σε όλους τους όζους. Τα βλαστικά αρσενικά ξεκινούν την ανθοφορία μια εβδομάδα με 10 ημέρες μετά τα ακραία αρσενικά. Αυτά τα φυτά ανθίζουν για μεγαλύτερη χρονική διάρκεια, εξασφαλίζοντας άφθονη γύρη για τα θηλυκά φυτά, σε όλη τη διάρκεια της δεκτικότητάς τους σε γύρη. Όταν υπάρχει απουσία γύρης, τα θηλυκά φυτά τελικά "επανέρχονται στην πρότερη κατάσταση" και αρχίζουν να παράγουν αρσενικά (που παράγουν γύρη) άνθη.

Η ανθοφορία ξεκινά αρχικά, λόγω της μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας της ημέρας. Η θερμότητα μπορεί να παίξει κάποιο ρόλο, στην επιτάχυνση του ρυθμού μεταβολισμού του φυτού του σπανακιού, επιταχύνοντας την διαδικασία της ανθοφορίας, από τη στιγμή που η ανθοφορία έχει αρχίσει.
Η παραγωγή υβριδικού σπόρου
Οι περισσότερες εμπορικές ποικιλίες σπανακιού, συμπεριλαμβανομένου και ενός αυξανόμενου αριθμού βιολογικών ποικιλιών, είναι υβρίδια. Το γεγονός, ότι το σπανάκι είναι ένα δίοικο είδος, είναι πλεονέκτημα για την υβριδική παραγωγή του σπόρου του σπανακιού. Τα θηλυκά φυτά χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη όλων των θηλυκών γονικών γραμμών ανθοφορίας. Αυτό είναι δυνατό, επειδή τα θηλυκά φυτά σπανακιού, αν απομονωθούν από τη γύρη του σπανακιού, κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας, τελικά θα "αλλάξουν φύλο" και συνεπώς θα παράγουν και αρσενικά άνθη, εκτός από τα θηλυκά τους άνθη, για να επιτύχουν τη γονιμοποίηση με γύρη. Η επόμενη γενεά θα κληρονομήσει τα θηλυκά γονίδια. Αυτή η αντιστροφή φύλου επιτρέπει στους παραγωγούς να αυξήσουν τον σπόρο στη θηλυκή γραμμή. Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των θηλυκών γραμμών για τα υβρίδια, ο καλλιεργητής πρέπει να κάνει διεξοδική επιλογή στα θηλυκά φυτά, εξασφαλίζοντας ότι οι γραμμές ομοιόμορφα θα παράγουν μόνο θηλυκά άνθη, για τουλάχιστον πέντε με έξι εβδομάδες, πριν από την αντιστροφή φύλου. Τότε, όταν χρησιμοποιούνται ως θηλυκοί γονείς στην υβριδική παραγωγή σπόρου, αυτές οι γραμμές θα έχουν επαρκή χρόνο να λάβουν όλη τη γύρη τους από την αρσενική γονική γραμμή του υβριδίου στον αγρό.
Οι δίοικοι πληθυσμοί με ανοικτή γονιμοποίηση μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν ως "θηλυκά" στην υβριδική παραγωγή για σπόρο, όμως όλα τα αρσενικά φυτά πρέπει να απομακρυνθούν από τον πληθυσμό πριν από την ανθοφορία, για να εξασφαλίσουμε ότι η γύρη θα προσληφθεί από την επιδιωκόμενη αρσενική γονική γραμμή. Η παρακολούθηση και η αφαίρεση των αρσενικών φυτών είναι επίσης αναγκαία, όταν χρησιμοποιούμε μια αποκλειστικά θηλυκή γραμμή, καθώς υπάρχει πάντα η πιθανότητα, αν και γενικά επικρατεί το θηλυκό, ένα αρσενικό φυτό να μπορεί να παραμείνει στη γενετική του πληθυσμού.
Παραδοσιακά, οι αρσενικοί γονείς για την παραγωγή του υβριδικού σπόρου σπανακιού, ήταν πληθυσμοί ποικιλιών σπανακιού με κανονική κατανομή περίπου 50% αρσενικών φυτών και 50% θηλυκών φυτών. Οι αρσενικοί γονείς είναι συνήθως πιο γενετικά ελαστικοί από τους αντίστοιχους θηλυκούς γονείς, εν μέρει για να διατηρήσουν την ευρωστία τους και την ικανότητά τους να παράγουν άφθονη γύρη και έτσι αναφέρονται ως "ανοικτά-γονιμοποιημένοι με γύρη γονείς" ή "ΑΓΓ" ανάμεσα στους παραγωγούς σπόρων σπανακιού. Τα αρσενικά φυτά σε αυτούς τους ΑΓΓ τείνουν να έχουν δυο ξεχωριστές μορφές, τα "ακραία αρσενικά" και τα "βλαστικά αρσενικά" (περιγράφονται παραπάνω).
Καθώς το 50% των φυτών στον αρσενικό γονέα δίνουν άφθονους παραγωγούς γύρης, δεν είναι πρόβλημα ότι τα άλλα 50% των φυτών είναι θηλυκά και δεν συμμετέχουν άμεσα στην παραγωγή του υβριδίου. Οι αρσενικές σειρές συνήθως καταστρέφονται αρκετές εβδομάδες πριν από τη συγκομιδή του υβριδικού σπόρου από τις θηλυκές σειρές παραγωγής σπόρου, για να αποφύγουμε οποιαδήποτε πιθανότητα να αναμειχθούν οι σπόροι κατά τη συγκομιδή.
Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει μια τάση ανάπτυξης αρσενικών γονικών γραμμών, οι οποίες είναι μόνοικες και έχουν τόσο αρσενικά όσο και θηλυκά άνθη στο ίδιο φυτό. Αυτοί οι μόνοικοι αρσενικοί γονείς προέρχονται από εσωτερική διασταύρωση και τείνουν να είναι πιο ομοιόμορφοι στα αναπαραγωγικά τους χαρακτηριστικά, από τα παραδοσιακά δίοικα αρσενικά φυτά. Επίσης η εξάλειψη των ακραίων αρσενικών φυτών από αυτούς τους μόνοικους αρσενικούς σημαίνει ότι υπάρχει μια καθυστερημένη ανθοφορία αυτών των αρσενικών γονέων. Αυτό το γνώρισμα κληρονομείται, με αποτέλεσμα το καθυστερημένο σκίρτημα των υβριδίων, που παράγονται από αυτές τις γραμμές. Η μόνη επιφύλαξη για τη χρήση των μόνοικων αρσενικών, σε αυτή την περίπτωση, είναι ότι πολλοί από αυτούς δεν παράγουν τόση πολλή γύρη, όση τα παραδοσιακά, δίοικα αρσενικά φυτά.
Απαιτήσεις Απομόνωσης
Το σπανάκι διασταυρώνεται άμεσα, έτσι συνιστάται μια απόσταση απομόνωσης τουλάχιστον 1-2 μιλίων ανάμεσα στα παρακείμενα φυτά σοδειάς σπανακιού για σπόρο. Οι αποστάσεις μπορούν να διευθετηθούν σύμφωνα με την διεύθυνση των επικρατούντων ανέμων, την ομοιότητα των γειτονικών καλλιεργειών σπανακιού (για παράδειγμα το σπανάκι τύπου σαβόι σε σχέση με αυτό που έχει επίπεδο φύλλο) και την παρουσία ανεμοθραυστών ή εμποδίων. Ελέγξτε στα τοπικά γραφεία των εκτάσεων της πολιτείας, σχετικά με τη χρήση περιφερειακών χαρτών με καρφίτσες, για τον προσδιορισμό των τοποθεσιών καλλιέργειας σπανακιού για σπόρο. Αν χρησιμοποιούνται χάρτες με καρφίτσες στην περιοχή, οι καλλιεργητές παρακαλούνται να στείλουν την τοποθεσία της δικής τους καλλιέργειάς σπανακιού για σπόρο, αφού ελέγξουν τις κατάλληλες αποστάσεις απομόνωσης από τα άλλα χωράφια με σπανάκι για σπόρο στην περιοχή.
Γενετική Διατήρηση
Μέγεθος πληθυσμού
Η συγκομιδή του σπόρου πρέπει να γίνεται, από τουλάχιστον 120 φυτά κατά τη διάρκεια της επιλογής, για να διατηρηθεί η ανθηρότητα του σπόρου και να αποφευχθεί η κατάπτωση κατά την εσωτερική διασταύρωση, στα προγράμματα γονιμοποίησης του σπανακιού. Ένας μεγαλύτερος πληθυσμός, από 200 ή περισσότερα φυτά, συνιστάται, ώστε να διατηρηθεί καλή γενετική ποικιλομορφία. Το αρχικό μέγεθος του πληθυσμού πρέπει να απεικονίζει την ένταση των δράσεων επιλογής. Για παράδειγμα, αν το 50% του πληθυσμού θα πρέπει να εκριζωθεί από τον αγρό, τότε πρέπει να εγκατασταθεί ένας αρχικός πληθυσμός 400 ή περισσοτέρων φυτών.
Κριτήρια επιλογής
Η πρακτική της γενετικής επιλογής, για οποιαδήποτε καλλιέργεια, σχετίζεται με τις ανάγκες των αγροτών σε μια συγκεκριμένη περιοχή, τις περιβαλλοντικές πιέσεις της περιοχής παραγωγής, τις πολιτιστικές πρακτικές και τις απαιτήσεις της αγοράς. Όταν παράγεται σπόρος από απόθεμα σπόρου (σπόρος που έχει ήδη γενετικά εξευγενιστεί) ή με συμβόλαιο από μια εταιρεία σπόρων, μπορεί να απαιτείται ελάχιστη εκρίζωση ή επιλογή. Οι κατευθυντήριες γραμμές της εταιρίας σπόρων, σχετικά με την επιλογή του κατάλληλου χρόνου και την έκταση των δράσεων εκρίζωσης, πρέπει να έχουν συμφωνηθεί και να ακολουθούνται. Όμως, η πιο εντατική επιλογή είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την βελτίωση των ποικιλιών σε βάθος χρόνου και μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την προσαρμογή μιας ποικιλίας στις τοπικές βιολογικές συνθήκες ανάπτυξης. Ενώ οι παραγωγοί κανονικά επικεντρώνουν στα ιδιαίτερα γνωρίσματα για τους αγρότες, οι οποίοι θα καλλιεργήσουν τη σοδειά ως λαχανικό, είναι επίσης δυνατόν να επιλέγουν για τα ιδιαίτερα γνωρίσματα, τα οποία είναι σημαντικά για την παραγωγή σπόρων, δηλαδή μια ακόμα κρίσιμη συνιστώσα για την προσαρμογή των ποικιλιών στα βιολογικά συστήματα. Η επιλογή πρέπει να γίνεται σε αρκετά σημεία του κύκλου ζωής. Το φύτεμα έξι ως οκτώ φυτών σπανακιού ανά πόδι στην αρχική θέση, πριν από την επιλογή, εγκαθιστά ένα πληθυσμό αρκετά μεγάλο για την εντατική επιλογή ή το ξερίζωμα και επιπλέον για την μεγιστοποίηση της απόδοσης της σοδειάς.
Οι πληθυσμοί σπανακιού συχνά επιλέγονται με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:
Ανθηρότητα βλάστησης
Η ανθηρότητα της βλάστησης και η εύρωστη αρχική ανάπτυξη είναι σημαντικά γνωρίσματα σε όλα τα συστήματα παραγωγής και μπορούν να βελτιωθούν μετά από αρκετούς κύκλους επιλογής. Αυτό περιλαμβάνει όχι μόνο την επιλογή για τα φυτά με συντομότερο φύτρωμα, αλλά επίσης και την αναγνώριση της ικανότητας των φύτρων να αναπτυχθούν με χειρότερες από τις άριστες συνθήκες, με βάση το σχήμα, το μέγεθος και το χρώμα. Αυτό γίνεται σύντομα μετά την εμφάνιση των φυτών και συνδέεται καλύτερα με το αρχικό σκάλισμα του χωραφιού
Σχήμα των φύλλων
Υπάρχουν διάφορα στάδια, στα οποία μπορεί να επιλεγεί το μέγεθος του φύλλου, ανάλογα με το επιθυμητό σχήμα φύλλου στην λαχαναγορά που εξυπηρετείται από τον παραγωγό σπανακιού. Για παράδειγμα, πολλά από τα σύγχρονα σπανάκια με μικρά φύλλα (“baby leaf") επιλέγονται για στρογγυλά φύλλα. Εναλλακτικά, μερικοί προτιμούν το φύλλο του σπανακιού να έχει σχήμα με λοβούς ή τοξωτό. Ως προς την υφή των φύλλων, το σπανάκι χαρακτηρίζεται ως σαβόι (με ζαρωμένο φύλλο), ημι-σαβόι ή επίπεδο και η υφή επιλέγεται μαζί με το σχήμα του φύλλου. Η υφή του φύλλου μεταβάλλεται ανάλογα με το στάδιο ανάπτυξης.
Χρώμα του φύλλου
Στο σπανάκι, υπάρχει ποικιλία στο χρώμα και αυτό μπορεί να επιλεγεί. Συνήθως προτιμάται το σκουρότερο χρώμα φύλλου. Το σκουρότερο χρώμα επίσης αποδίδεται σε υψηλότερη θρεπτικά αξία. Επιλέξτε για το χρώμα σε διάφορα στάδια της ανάπτυξης.
Το ανάστημα του φυτού
Η ικανότητα του φυτού να κρατήσει τα φύλλα του σε όρθια θέση είναι πολύ σημαντική στην παραγωγή λαχανικών γενικά, ιδιαίτερα για τη συγκομιδή των φύλλων που προορίζονται για συστατικό σε σαλάτες. Το όρθιο φύλλωμα επίσης μειώνει την ποσότητα του χώματος, που παγιδεύεται στο κάτω μέρος των φύλλων και μπορεί να μειώσει την ποσότητα των μυκητιακών και βακτηριακών παθογόνων που πέφτει στα φύλλα από τη βροχή ή το πότισμα.
Αντίσταση στις ασθένειες
Οι ασθένειες πρέπει να παρακολουθούνται και να ταυτοποιούνται με ακρίβεια, για την κατάλληλη διαχείριση του αγρού και για λόγους επιλογής. Η συστηματική επιλογή μη-ασθενών φυτών μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη μερικής ή οριζόντιας αντίστασης στις ασθένειες. Αυτό απαιτεί εξοικείωση με τα συμπτώματα των διαφόρων ασθενειών και επιλογή των φυτών που εμφανίζουν τα λιγότερο σοβαρά συμπτώματα (οι συγκεκριμένες ασθένειες του σπανακιού καλύπτονται στην ενότητα των Ασθενειών παρακάτω). Η οριζόντια αντίσταση είναι μια διαρκής μορφή αντίστασης, που συνδυάζει γονίδια πολλαπλής αντίστασης στις ασθένειες στον πληθυσμό. Αν και αυτός ο τύπος αντίστασης μπορεί ακόμα να επιφέρει κάποιο επίπεδο ασθενειών στην καλλιέργεια, ο στόχος είναι να μειωθεί η ύπαρξη της ασθένειας σε ανεκτό επίπεδο.
Πρώιμη ανθοφορία
Τα αρσενικά (συνήθως τα "ακραία αρσενικά") που ανθοφορούν πρώτα, είναι επίσης αυτά τα φυτά που ανθοφορούν πρώτα στους πληθυσμούς σπανακιού. Αν όλα τα "ακραία αρσενικά" επιλεγούν έξω από τον πληθυσμό, μαζί με τα θηλυκά που ανθοφορούν πρώτα, είναι δυνατόν να μετατρέψουμε την ποικιλία του σπανακιού σε μια άλλη, που αντέχει περισσότερο και έχει μεγαλύτερη αντίσταση στο σκίρτημα.
Ανεκτικότητα στο κρύο
Υπάρχει συνήθως ελάχιστη πίεση από τον κρύο καιρό, στους πληθυσμούς σπανακιού που ξεχειμωνιάζουν στην Βορειοδυτική Ουάσινγκτον. Όμως, την τελευταία δεκαετία έχουν υπάρξει αρκετά συμβάντα πολύ κρύου χειμώνα, που είχαν ως αποτέλεσμα σημαντικές καταστροφές στις καλλιέργειες σπανακιού. Επάνω από τους 18°F (-8°C), οι καταστροφές είναι συνήθως ελάχιστες. Κάτω από τους 15°F (-9 με -10°C), οι καταστροφές μπορεί να είναι σοβαρές και μπορεί να χαθεί η σοδειά. Στο πεδίο θερμοκρασιών 15-18°F (-8 με -10°C), οι καταστροφές είναι μεταβλητές και επιτρέπουν την επιλογή των λιγότερο κατεστραμμένων φυτών. Πιο ανθεκτικές στο κρύο ποικιλίες, που μπορούν να προσαρμοστούν στους χειμώνες της περιοχής Pacific Northwest, μπορούν να αναπτυχθούν μετά από αρκετούς κύκλους τέτοιας επιλογής.
Ωρίμανση σπόρου και συγκομιδή
Ένα από τα δυσκολότερα βήματα στην επιτυχή καλλιέργεια ενός φυτού σοδειάς για σπόρο είναι η απόφαση, σχετικά με την ωριμότητα του σπόρου. Αν η συγκομιδή της σοδειάς γίνει πριν σχηματιστεί πλήρως ο σπόρος, αυτός μπορεί να είναι ανώριμος, να έχει χαμηλή ικανότητα φυτρώματος και έλλειψη ανθηρότητας του σπορόφυτου. Αν η συγκομιδή της σοδειάς γίνει υπερβολικά αργά, υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί ο σπόρος λόγω θρυμματισμού του, αρπαγής του ή από δριμείες καιρικές συνθήκες. Η εκτεταμένη έκθεση σε υγρό καιρό μπορεί επίσης να προάγει βακτηριακές ή μυκητιακές ασθένειες, οι οποίες μπορούν να υποβαθμίσουν την ποιότητα του σπόρου.
Ο σπόρος του σπανακιού, όπως και με όλα τα μέλη της οικογένειας των Chenopodiaceae, σχηματίζεται και ωριμάζει με ένα απροσδιόριστο τύπο ανάπτυξης, που αρχίζει από τα παλαιότερα και χαμηλότερα κλαδιά και συνεχίζει προς τα επάνω στο μίσχο των ανθέων. Λόγω αυτής της διαδοχικής ωρίμανσης, μόνο ένα μέρος του σπόρου, που συνεχώς σχηματίζεται, θα φτάσει στην ωριμότητα μέχρι το τέλος της εποχής. Στις περισσότερες περιπτώσεις, μόνο περίπου το 75% του σπόρου, σε οποιοδήποτε φυτό, θα φτάσει στην ωριμότητα μέχρι τη συγκομιδή. Μια μέθοδος αποτίμησης της ωριμότητας του σπόρου της σοδειάς σπανακιού είναι να κάνουμε μια οπτική εκτίμηση του ποσοστού του σπόρου στα περισσότερα φυτά, που έχει αποκτήσει μπρούντζινο-καφέ χρώμα (τυπικό χρώμα του ώριμου σπόρου του σπανακιού) και τότε να γίνει η συγκομιδή της σοδειάς, όταν το 60% ως 80% του σπόρου έχει αυτό το χρώμα. Όμως, αυτή είναι μια αναξιόπιστη μέθοδος εκτίμησης της ωριμότητας του σπόρου, λόγω των σημαντικών επιδράσεων της γενετικής και περιβαλλοντικής διαφοροποίησης. Περιβαλλοντικά, ο σπόρος μπορεί πρώιμα να γίνει χρωματικά φωτεινότερος, με την παρουσία κηλίδωσης στα φύλλα, λόγω ασθενείας προερχόμενης από το σύμπλοκο Stemphylium/Cladosporium. Γενετικά, κάποιες ποικιλίες σπανακιού έχουν πολύ πιο πράσινο χρώμα σπόρου, ακόμα και στην πλήρη ωριμότητά του.
Το πιο σημαντικό γνώρισμα που πρέπει να παρακολουθήσουμε, για να εκτιμήσουμε την ωρίμανση του σπόρου του σπανακιού, είναι η σχετική ωριμότητα του ενδοσπερμίου του σπόρου. Το ενδοσπέρμιο και το έμβρυο, τα οποία ωριμάζουν ταυτόχρονα, πρέπει να είναι πλήρως αναπτυγμένα, για να παράγουν εύρωστο και ζωτικό σπόρο. Το ενδοσπέρμιο, που πρωταρχικά αποτελείται από άμυλο, ελέγχεται εύκολα σπάζοντας το ή πιέζοντας τον σπόρο, για να επιθεωρήσουμε οπτικά το στάδιο ανάπτυξης του ενδοσπερμίου. Η εμφάνιση του ενδοσπερμίου θα μετατραπεί από ημιδιαφανής ή γαλακτώδης στην αρχή της ανάπτυξης, σε αυτή που περιγράφεται ως "πυρολιθική", με μια γκριζωπή, κέρινη εμφάνιση κατά τα μέσα της ανάπτυξης. Σε αυτά τα στάδια, το ενδοσπέρμιο μπορεί να πιεστεί έξω από τον αναπτυσσόμενο σπόρο για επιθεώρηση. Όταν οι σπόροι στο μέσο του μίσχου είναι στο "πυρολιθικό" στάδιο, μπορούμε να σταματήσουμε το πότισμα, για να επιταχύνουμε την διαδικασία ωρίμανσης και στέγνωσης. Αυτό μπορεί να είναι σημαντικό, αν υπάρχει ο κίνδυνος, ότι η ωρίμανση θα επεκταθεί προς τις υγρές και πρόσφορες για ασθένειες συνθήκες του φθινοπώρου.
Σε ένα ώριμο στάδιο της ανάπτυξης, το ενδοσπέρμιο παίρνει ένα αμυλώδες λευκό χρώμα, που μπορεί να παρατηρηθεί αν σπάσουμε το σπόρο. Όταν το ενδοσπέρμιο πάρει αυτό το αληθινό, ατόφιο λευκό χρώμα και είναι σφιχτό, ο σπόρος είναι ώριμος και έτοιμος για συγκομιδή. Όταν η πλειονότητα των φυτών στον αγρό έχουν τουλάχιστον το 75% των σπόρων σε αυτό το προχωρημένο στάδιο, με αμυλώδες λευκό χρώμα, είναι καιρός να κόψουμε τα φυτά, κοντά στη βάση των κοτσανιών και να τα στοιβάζουμε σε θημωνιές. Αυτό πρέπει κατά προτίμηση να γίνει κατά τη διάρκεια μιας θερμής και ξηράς περιόδου. Οι μίσχοι στις θημωνιές θα είναι έτοιμοι να αλωνιστούν σε 4-10 ημέρες, ανάλογα με τον καιρό. Η εναλλαγή της θέσης των κοτσανιών στις θημωνιές διευκολύνει την ομοιόμορφη ξήρανση του σπόρου. Η κοπή ή στοίβαγμα σε θημωνιές της σοδειάς πρέπει να αποφεύγεται, όταν ο καιρός είναι βροχερός. Αν η σοδειά είναι έτοιμη να κοπεί και υπάρχει πρόγνωση για μια εκτεταμένη γενική εικόνα βροχερού καιρού, κόψτε τη σοδειά και τοποθετείστε τη σε ένα καλά αερισμένο, ξηρό υπόστεγο για να αποκατασταθεί (βλ. τη δημοσίευση της OSA-RMA Κατευθυντήριες Γραμμές για Μετεωρολογικούς Κινδύνους για επιπλέον πληροφορίες σε σχέση με τη συγκομιδή σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες). Αφού στεγνώσουν, τα κοτσάνια των σπόρων συνήθως θεριζο-αλωνίζονται ή αλωνίζονται και μετά καθαρίζονται με κοσκίνισμα και λίχνισμα
Ασθένειες των Καλλιεργειών Σπανακιού για Σπόρο
Αρκετές μυκητιακές ασθένειες είναι διαδεδομένες στην παραγωγή σπανακιού για σπόρο, στην περιοχή Pacific Northwest, ιδιαίτερα εκείνες που ευνοούνται από τις υγρές συνθήκες της περιοχής. Λόγω της εμπορικής ζήτησης για καθαρούς, ελεύθερους από ασθένειες σπόρους, οι καλλιεργητές πρέπει να προσέξουν ιδιαίτερα τη διαχείριση των ασθενειών, που προέρχονται από τον σπόρο. Σε μια βιολογική παραγωγή, ο περιορισμός των διαθέσιμων μικροβιοκτόνων και μυκητοκτόνων κάνει αναγκαία τα μέτρα προληπτικής διαχείρισης και μη-χημικού ελέγχου.
Η συστηματική εξάλειψη των σοβαρά ασθενών φυτών στον αγρό είναι σημαντική, όχι μόνο για τη μείωση της ύπαρξης μόλυνσης, αλλά και για τη διατήρηση ή βελτίωση της συνολικής οριζόντιας (ή μη συγκεκριμένης για το είδος) αντίστασης, σε συγκεκριμένα παθογόνα. Αν και μπορεί να πάρει κάποιον αριθμό κύκλων επιλογής, για να αυξηθεί σημαντικά το επίπεδο αντίστασης μιας ποικιλίας, αυτή η αργή, μεθοδολογική προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει σε βελτιωμένη αντίσταση στο μέλλον. Οι ασθένειες κηλίδωσης των φύλλων του σπανακιού, συμπεριλαμβανομένης της ανθράκνωσης, της κηλίδωσης των φύλλων Cladosporium και Stemphylium και η πτιλλωτή ερισύβη (downy mildew) είναι οι βασικές μυκητιακές ασθένειες, που ευημερούν σε δροσερές μέχρι θερμές, υγρές συνθήκες, μπορεί να βρίσκονται στον σπόρο και είναι διαδεδομένες στην περιοχή Pacific Northwest. Μπορεί να υπάρχουν μόνες τους ή ως σύμπλοκα ασθενειών. Η σήψη Φουζάριο, μια άλλη μυκητιακή ασθένεια, έχει την μεγαλύτερη επίδραση στην παραγωγή σπανακιού στις εκτάσεις της περιοχής Pacific Northwest που καλλιεργούν σπανάκι. Αν και ευνοείται από τις πιο ζεστές θερμοκρασίες, το παθογόνο ευδοκιμεί σε υγρές συνθήκες, μπορεί να μεταδίδεται από το σπόρο και επιζεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στο έδαφος. Για αυτό το λόγο, οι καλλιεργητές πρέπει να εφαρμόζουν χρονικά μεγάλες εναλλαγές (5-17 χρόνια) στην καλλιέργεια των φυτών σοδειάς, από σπανάκι σε παρόμοια φυτά. Προκαταρτικές έρευνες δείχνουν, ότι ο μύκητας Fusarium oxysporum f. sp. spinaciae, ο αιτιολογικός παράγοντας της σήψης Φουζάριο του σπανακιού, ευνοείται σε εδάφη με χαμηλότερο pH (όξινα), έτσι η προσθήκη ασβέστη στο χώμα, πριν από το φύτεμα, μπορεί να βοηθήσει στην καταστολή της σήψης Φουζάριο.
Οι καλλιεργητικοί έλεγχοι, ιδιαίτερα σημαντικοί στη βιολογική παραγωγή, παίζουν μεγάλο ρόλο στην πρόληψη των ασθενειών. Οι καλλιεργητικές συστάσεις, για την αποφυγή μιας σειράς ασθενειών του σπανακιού, περιλαμβάνουν τη διαχείριση του ποτίσματος για να ελαχιστοποιηθεί το πιτσίλισμα και η χρονική διάρκεια της υγρασίας στα φύλλα, την καταστροφή του υλικού εμβολιασμού στον αγρό συγχωνεύοντας τα μολυσμένα κατάλοιπα στο έδαφος, την εναλλαγή των καλλιεργειών, τον προσανατολισμό των σειρών, το στήριγμα των φυτών και την αύξηση των αποστάσεων των σειρών για να αυξηθεί η ροή του αέρα στον αγρό και να μειωθεί η σχετική υγρασία, τη φύτευση σπόρου ελεύθερου από παθογόνα και τη χρήση ποικιλιών με αντίσταση στις ασθένειες. Επίσης, συχνά συνιστάται το φύτεμα την άνοιξη, αντί για το φύτεμα το φθινόπωρο, στην περιοχή Pacific Northwest, για να μειωθεί η πίεση των ασθενειών. Το σπανάκι που έχει φυτευτεί το φθινόπωρο έχει πιο μεστή κορυφή νωρίς την άνοιξη, όταν οι υγρές, δροσερές συνθήκες και η έλλειψη της ροής του αέρα μπορούν να αυξήσουν την πίεση των ασθενειών. Επιπλέον συστάσεις, που απευθύνονται σε συγκεκριμένες ασθένειες, αναφέρονται παρακάτω μαζί με περιγραφές των ασθενειών.
Έχει δειχθεί, ότι η αγωγή του σπόρου με θερμό νερό μειώνει την μόλυνση Cladosporium variabile, Stemphylium botryosum και τη βερτισιλλίωση (Verticillium dahliae) στο σπόρο του σπανακιού. Όμως, η συγκεκριμένη θερμοκρασία και η διάρκεια της αγωγής με θερμό νερό πρέπει να ελέγχονται προσεκτικά, για να αποφεύγονται η καταστροφή του σπόρου και η μείωση του φυτρώματος. Η έρευνα στο WSU, από τον Dr. Lindsey du Toit, έδειξε την εξάλειψη του C. variabile από τον σπόρο σπανακιού, που εκτέθηκε σε θερμό νερό στους 40°C για μόνο 10 λεπτά και του V. dahliae στους 55°C για 30 λεπτά ή στους 60°C για 10 λεπτά, χωρίς να μειωθεί το φύτρωμα. Το S. botryosum εξαλείφθηκε από μια ελαφρά μολυσμένη παρτίδα σπόρου, που εκτέθηκε στους 55-60°C για 10 λεπτά, χωρίς να μειωθεί το φύτρωμα, αλλά δεν μπόρεσε να εξαλειφθεί από μια πολύ μολυσμένη παρτίδα σπόρου, ακόμα και με αγωγή στους 60°C για 40 λεπτά. Η αγωγή με θερμό νερό μπορεί να επηρεάσει την μακροβιότητα και τους ρυθμούς φυτρώματος του σπόρου, έτσι η διαδικασία πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή. Πειραματιστείτε με μικρές παρτίδες κάθε φορά. Οδηγίες για τις διαδικασίες αγωγής με θερμό νερό είναι διαθέσιμες από το Πανεπιστήμιο της Πολιτείας του Οχάιο.
Έχουν αναπτυχθεί μερικές ποικιλίες με μονογονιδιακή αντίσταση στις ασθένειες, για να ελεγχθούν συγκεκριμένες ασθένειες, όπως η πτιλλωτή ερισύβη (downy mildew), παρόλα αυτά η ταχεία ανάπτυξη νέων τύπων παθογόνων καθιστά αναγκαίες τις συνεχείς προσπάθειες δημιουργίας ποικιλιών, με αντίσταση στα νέα παθογόνα. Η ανάπτυξη ποικιλιών, με οριζόντια ή διαρκή αντίσταση στις ασθένειες, δίνει πολλές υποσχέσεις για την βιολογική πρόληψη πολλών ασθενειών του σπανακιού. Όμως υπάρχουν λίγες εμπορικές ποικιλίες με αυτού του είδους την αντίσταση σήμερα.
Πτιλλωτή ερισύβη (Peronospora farinosa f. sp. spinaciae)
- Προερχόμενη από τον σπόρο

Η πτιλλωτή ερισύβη είναι μια ευρέως διαδεδομένη ασθένεια του σπανακιού, σε πολλές περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών. Η ασθένεια ευνοείται από δροσερές, υγρές συνθήκες και μπορεί να είναι ολέθρια στον σπόρο του σπανακιού ή στην παραγωγή του λαχανικού. Η ασθένεια χαρακτηρίζεται από κιτρινωπές, ακανόνιστες, χλωρωτικές αλλοιώσεις στα φύλλα που μπορεί να εξελιχθούν σε εκτεταμένες νεκρωτικές κηλίδες. Υπάρχουν μαρτυρίες, ότι η πτιλλωτή ερισύβη μπορεί να μεταδίδεται από τον σπόρο, αλλά ο ρυθμός μετάδοσης από το σπόρο και η επίδραση του υλικού εμβολιασμού του σπόρου δεν έχει διευκρινιστεί. Το σπόρια των μυκήτων διαδίδονται άμεσα με τον άνεμο και τις χοντρές σταγόνες του νερού. Τα φύλλα που έχουν σοβαρά προσβληθεί, μπορεί να κατσαρώσουν και να παραμορφωθούν. Συνιστάται η συγχώνευση του μολυσμένου υπολείμματος της σοδειάς στο έδαφος, αφού το παθογόνο ξεχειμωνιάζει μεν στα υπολείμματα του σπανακιού και στα ζιζάνια, αλλά είναι παθογόνο που δεν διατηρείται στο έδαφος, δηλαδή το παθογόνο δεν επιβιώνει, αφού τα υπολείμματα της σοδειάς έχουν αποσυντεθεί από την μικροχλωρίδα/πανίδα του εδάφους.
Ανθράκνωση (που προκαλείται από το Colletotrichum dematium f. sp. spinaciae)
- Προέρχεται από τον σπόρο

Η ανθράκνωση χαρακτηρίζεται από μικρές, κυκλικές, διαποτισμένες με νερό αλλοιώσεις, στα νεαρά και στα γέρικα φύλλα, οι οποίες μπορούν να διασταλούν και να γίνουν χλωρωτικές ή νεκρωτικές. Μαύρα φρουτώδη σώματα, που ονομάζονται acervuli, σχηματίζονται στις αλλοιώσεις και διαχωρίζουν την ασθένεια, από τις άλλες ασθένειες με κηλίδες στα φύλλα. Ο μύκητας ευδοκιμεί σε υγρές, δροσερές συνθήκες και μεταφέρεται από το πιτσίλισμα του νερού και από μολυσμένο σπόρο. Το χώνεμα των υπολειμμάτων της σοδειάς συνιστάται, καθώς η ασθένεια ξεχειμωνιάζει στα μολυσμένα υπολείμματα του σπανακιού και στο σπόρο.
Κηλίδωση των φύλλων Cladosporium (Cladosporium variabile)
- Προερχόμενη από σπόρο

Σύμπτωμα από Cladosporium leaf spot (το αριστερό φύλλο είναι προσβλημένο από Cladosporium variabile) vs. Stemphylium leaf spot (το δεξί φύλλο είναι προσβλημένο από Stemphylium botryosum). (Φωτογραφία: Mike Derie)
Η ασθένεια χαρακτηρίζεται από μικρές, διακριτές κηλίδες στα φύλλα, που η κάθε μια αποκτά ένα στενό περίγραμμα με σκουρότερο χρώμα. Ο μύκητας ευδοκιμεί σε υγρές, δροσερές συνθήκες. Τα σπόρια παράγονται στις αλλοιώσεις των φύλλων, σε υγρές συνθήκες και διασκορπίζονται με τον άνεμο και το πιτσίλισμα του νερού. Η καταστροφή των αυτοφυών φυτών είναι σημαντική, αφού το παθογόνο ξεχειμωνιάζει στα μολυσμένα αυτοφυή φυτά και στον σπόρο. Συνιστάται ο προσανατολισμός των σειρών και η αύξηση των αποστάσεων μεταξύ τους, για να βελτιωθεί η ροή του αέρα, καθώς και το φύτεμα την άνοιξη αντί για το φθινόπωρο. Είναι σημαντικό να αρχίσουμε την καλλιέργεια με σπόρο ελεύθερο από παθογόνα, αφού η ασθένεια μπορεί να μεταδοθεί από το σπόρο. Η αγωγή με θερμό νερό μπορεί να είναι αποτελεσματική για τη θεραπεία του μολυσμένου σπόρου (βλ. τις συστάσεις παραπάνω).
Κηλίδωση Stemphylium (Stemphylium botryosum)
- Προερχόμενη από σπόρο

Η ασθένεια χαρακτηρίζεται από ευκρινείς κηλίδες στα φύλλα, που αρχικά έχουν χρώμα γκριζοπράσινο, μετά γίνονται μπρούντζινες και τελικά διαστέλλονται ταχύτατα και γίνονται στεγνές, σαν χαρτί. Ο μύκητας ευδοκιμεί σε υγρές, θερμές συνθήκες και είναι πιο επιθετικός στο σπανάκι, όταν υπάρχει γύρη. Ο μύκητας διασκορπίζεται με τον άνεμο και τον μολυσμένο σπόρο. Συνιστάται το χώνεμα των υπολειμμάτων των μολυσμένων σπόρων της σοδειάς, αφού το παθογόνο ξεχειμωνιάζει στα μολυσμένα υπολείμματα που έχουν μείνει στην επιφάνεια του εδάφους και στον μολυσμένο σπόρο. Συνιστάται ο προσανατολισμός των σειρών και η αύξηση των αποστάσεων μεταξύ τους για να βελτιωθεί η ροή του αέρα, σε συνδυασμό με το φύτεμα σπόρου ελεύθερου από παθογόνα. Η αγωγή με θερμό νερό μπορεί να είναι αποτελεσματική στη θεραπεία του μολυσμένου σπόρου (βλ. τις συστάσεις παραπάνω).
Ίκτερος Φουζάριο ή σήψη Φουζάριο του σπανακιού (Fusarium osysporum f. sp. spinaciae)
- Προερχόμενος από το σπόρο
Η σήψη Φουζάριο χαρακτηρίζεται από ένα γενικό μαρασμό των φυτών, ένα πλαδαρό, ξεθωριασμένο πράσινο χρώμα και μαυρισμένες ρίζες εξωτερικά και μέσα στον αγγειακό ιστό. Η ασθένεια μπορεί να εμφανιστεί σε όλα τα στάδια της ανάπτυξης. Ευνοείται από θερμές συνθήκες, όταν η εξατμισο-διαπνοητική ζήτηση των φυτών είναι μεγαλύτερη, αλλά ο αγγειακός ιστός είναι έκθετος, γιατί είναι αποφραγμένος από το μύκητα. Το παθογόνο μπορεί να επιζήσει στο έδαφος, χωρίς την ύπαρξη ξενιστή για πολλά χρόνια. Συνιστώνται οι εναλλαγές των σοδειών από πέντε ως δεκαεπτά χρόνια από σπανάκι, παντζάρια και σέσκουλα. Η διάρκεια της εναλλαγής εξαρτάται από την επιδεκτικότητα της ποικιλίας και την ποσότητα του υλικού εμβολιασμού στον αγρό. Προκαταρτική έρευνα έδειξε, ότι ο F. oxysporum f. sp. spinaciae περιορίζεται στα εδάφη με υψηλό pH, έτσι η πρακτική της τοποθέτησης ασβέστη στα εδάφη, πριν το φύτεμα, μπορεί να είναι ευεργετική για τον έλεγχο αυτής της ασθένειας. Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ελπιδοφόρες δυνατότητες για τη χρήση καλύπτρων για σοδειές Brassica, που έχουν υψηλή συγκέντρωση σε γλυκοσολινίτες (φυσικά βιοκαπνογόνα) για τον περιορισμό της σήψης Φουζάριο (βλ. Βιβλιογραφία). Το φύτεμα σπόρου ελεύθερου από παθογόνα είναι σημαντικό.
Βερτισιλλίωση (Verticillium dahliae)
– Προερχόμενη από σπόρο
Η σήψη από βερτισιλλίωση αναγνωρίστηκε, για πρώτη φορά, στις καλλιέργειες σπανακιού για σπόρο, στην περιοχή Pacific Northwest, το 2004 και έχει ανησυχήσει με αυξανόμενο ρυθμό την περιοχή, επειδή ο μύκητας μολύνει άμεσα τον αναπτυσσόμενο σπόρο. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν ενδοφλέβια χλώρωση και ενδεχόμενη νέκρωση, που εμφανίζεται πρώτα στα γηραιότερα φύλλα. Η σήψη επέρχεται, καθώς η ασθένεια, η οποία μερικές φορές συγχέεται με τη σήψη Φουζάριο, προχωρά. Τα συμπτώματα τυπικά εμφανίζονται μετά το σκίρτημα. Το παθογόνο είναι συστηματικό, προέρχεται κυρίως από το σπόρο, μεταδίδεται άμεσα από το σπόρο και έχει ένα ευρύ πεδίο ξενιστών (αν και το συγκεκριμένο πεδίο ξενιστών των ειδικών τύπων παθογόνων που υπάρχουν στο σπανάκι δεν έχει ακόμα διευκρινιστεί). Ο μύκητας υπάρχει επίσης στο έδαφος και μπορεί να επιμένει στο έδαφος για πολλά χρόνια. Συνιστάται η εναλλαγή της καλλιέργειας από τα επιρρεπή φυτά σοδειάς. Τα φυτά σοδειάς που δεν είναι ξενιστές περιλαμβάνουν τα γεννήματα, τους διακοσμητικούς βολβούς και τα μπρόκολα. Η αγωγή με θερμό νερό μπορεί να είναι αποτελεσματική στη θεραπεία του μολυσμένου σπόρου (βλ. τις συστάσεις παραπάνω).
Αποσύνθεση και σήψεις ρίζας (Pythium aphanidermatum και άλλα είδη, Rhizoctonia solani και άλλα είδη, Fusarium cochlioides και άλλα είδη)
- Προερχόμενες από το σπόρο.
Η αποσύνθεση είναι μια κυρίαρχη ασθένεια στο σπανάκι, που προέρχεται από το έδαφος και προκαλείται από διάφορα παθογόνα, κυρίως είδη των Pythium, Rhizoctonia και Fusarium. Αυτά τα παθογόνα δεν προέρχονται από το σπόρο, εκτός από μερικά του τύπου Fusarium spp. Τα συμπτώματα της αποσύνθεσης περιλαμβάνουν αλλοιώσεις, απορρόφηση νερού και/ή περίζωση των ριζών και των κορυφών που καταλήγει σε σήψη και θάνατο. Η ασθένεια ευνοείται από υγρές συνθήκες και επηρεάζει μόνο τα φυντάνια και τα νεαρά φυτά. Η αποφυγή του υπερβολικού ποτίσματος είναι σημαντική για την πρόληψη της ασθένειας, ιδιαίτερα στην περίπτωση του Pythium spp. (μούχλες ύδατος). Αν και δεν υπάρχουν εμπορικές ποικιλίες ανθεκτικές στην ασθένεια, υπάρχουν μαρτυρίες για κάποια αντίσταση σε ορισμένες ποικιλίες, που υποδηλώνουν τη δυνατότητα ανάπτυξης ποικιλιών με οριζόντια αντίσταση.
Παθογόνα προερχόμενα από ιούς
Ιός Mosaic του αγγουριού (CMV)
- Προερχόμενος από σπόρο
Αυτός ο ιός προκαλεί στο σπανάκι την ασθένεια, που επίσης αναφέρεται ως η αφίδα του σπανακιού. Τα συμπτώματα ποικίλουν από ελαφρά ως σοβαρή χλώρωση και σχήματα μωσαϊκού στα φύλλα. Μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν στενά φύλλα στην κορυφή που ζαρώνουν, ρυτιδιάζουν και γυρίζουν προς τα μέσα, κιτρίνισμα των φύλλων που μπορεί να πεθάνουν και πολύ κοντά φυτά. Το παθογόνο ξενίζεται σε αφίδα και ξεχειμωνιάζει σε πολυετή ζιζάνια και λαχανικά (ιδιαίτερα στις κολοκύθες). Μερικά στελέχη προέρχονται από το σπόρο και μεταδίδονται μέσω αυτού. Συνιστάται η διαχείριση των αφίδων και η αποφυγή φύτευσης κοντά σε φυτά σοδειάς κολοκύθας. Το ξερίζωμα των συμπτωματικών φυτών στον αγρό μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της εξάπλωσης της ασθένειας.
Ιός της σγουρής κορυφής του παντζαριού (BCTV)
Αυτός είναι που επηρεάζει πολλά είδη φυτών και ξενίζεται από έντομα που αναπηδούν στα φύλλα. Αυτή η ασθένεια χαρακτηρίζεται από παχύτερα από το κανονικό, στριφογυριστά φύλλα, που μπορεί να είναι κίτρινα, εύθραυστα και κοντά. Τα προσβεβλημένα φυτά φαίνονται συμπαγή και κοντά και μπορεί να πεθάνουν. Συνιστάται ο έλεγχος των εντόμων που αναπηδούν στα φύλλα και η αποφυγή φύτευσης κοντά σε άλλα φυτά σοδειάς της οικογένειας Chenopodiaceae.
Ιός του Δυτικού Ίκτερου του Παντζαριού (BWYV)
Αυτός είναι ένας ιός που έχει πολύ ευρύ πεδίο ξενιστών, είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος στα ζιζάνια του είδους brassica και ξενίζεται από αφίδες. Τα συμπτώματα της μόλυνσης περιλαμβάνουν ενδοφλέβιο και περιφερειακό κιτρίνισμα, που εμφανίζεται αρχικά στα γηραιότερα φύλλα, κοκκινο-καφέ κηλίδες ανάμεσα στις φλέβες, που έχουν μια μπρούντζινη απόχρωση, παχιά, δερματώδη, εύθραυστα φύλλα και φτωχή ανάπτυξη ριζών. Η ασθένεια άμεσα συγχέεται με τα συμπτώματα των ανεπαρκειών διατροφής (π.χ. σε άζωτο, σίδηρο ή μαγνήσιο). Συνιστάται η διαχείριση των πληθυσμών αφιδών.


Πηγή:Organic Seed Alliance
Supporting the ethical development and stewardship of seed
--Principles and Practices of Organic Spinach Seed
Production in the Pacific Northwest--

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου